Από τον Χάρη Παυλίδη…….
Μια πρώτη διαπίστωση- σε σχέση με όσα έχουμε διαβάσει έως τώρα, έχουμε ακούσει μέχρι σήμερα και παρακολουθήσαμε στη βουλή- είναι πως η κυβέρνηση πορεύεται επί πέντε μήνες γράφοντας εκθέσεις ιδεών αλλά χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο. Υπάρχει όμως και το χειρότερο που αφορά στην άλλη πλευρά.
Κι αυτό είναι το σχέδιο των δανειστών που… στρέφεται κατά του υποτιθέμενου σχεδίου που έχει παρουσιάσει η κυβέρνηση. Πρόκειται περί του απόλυτου παραλογισμού στον οποίο συμμετέχουν από κοινού η ελληνική κυβέρνηση και οι θεσμοί δια των εκπροσώπων τους.
Μια δεύτερη διαπίστωση είναι ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ διαπραγματεύεται επί της ίδιας βάσης- με διαφορετική τακτική- με την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ. Επιμένει στις “κόκκινες γραμμές”, που έχουν σημείο αναφοράς το αντιπαραγωγικό δημόσιο, παραβλέποντας τη σημασία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στην ανάπτυξη.
Εν προκειμένω ιεραρχεί ως πρώτη προτεραιότητα την επαναπρόσληψη των δημοσίων υπαλλήλων, που απομάκρυνε η προηγούμενη κυβέρνηση, αλλά δεν κινείται με την ίδια ευαισθησία έναντι τους ενός και πλέον εκατομμυρίου απολυμένων από τον ιδιωτικό τομέα.
Eπί των διαπιστώσεων συνεκτιμήστε την τακτική των θεσμών να σύρουν την ελληνική κυβέρνηση στα άκρα προκειμένου να παραδειγματισθούν οι ψηφοφόροι των κρατών της ευρωζώνης που δοκιμάζονται και ανησυχούν, όπως αντίστοιχα οι Έλληνες ψηφοφόροι, για την λιτότητα και την ύφεση.
Γι αυτό και απ’ τις προτάσεις τους απουσιάζει η άμεση χρηματοδότηση για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, ώστε με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, να καταστεί βιώσιμο το δημόσιο χρέος. Τα μέτρα που απαιτούν να πάρει η κυβέρνηση, εμφανώς εισπρακτικά και ως εκ τούτου αντιαναπτυξιακά, στοχεύουν αποκλειστικά στην εξασφάλιση των δανείων.
Ασφαλώς καμία κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί τις προτάσεις των δανειστών. Άλλωστε γι αυτό και υποβλήθηκαν. Ωστόσο είναι αφελές να πιστεύουμε ότι η κυβέρνηση δεν γνώριζε τις προθέσεις τους. Κι αυτό γιατί ενώ είχε χρόνο να χαράξει “εθνική γραμμή”- με συγκεκριμένο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, τολμηρών μεταρρυθμίσεων στο δημόσιο, αλλά και τομές στην αγορά εργασίας- παρέμεινε πεισματικά στις “κόκκινες γραμμές”.
Έτσι η κυβέρνηση πέφτοντας στην παγίδα των δανειστών βρέθηκε παγιδευμένη μεταξύ των θεσμών και των κυβερνητικών στελεχών. Με τους πρώτους να πιέζουν με μέτρα που η αποδοχή τους ισοδυναμεί με το τελειωτικό χτύπημα στη μεσαία τάξη και τους δεύτερους που θεωρούν τις ιδιωτικοποιήσεις “ξεπούλημα” δημόσιας περιουσίας και τους επενδυτές “εκμεταλλευτές” του δημόσιου πλούτου.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τακτική της κυβέρνησης νομοτελειακά θα οδηγούσε σε αδιέξοδο. Αλλά και η τακτική που ακολουθούν οι “θεσμοί” αποδεικνύεται κατώτερη των περιστάσεων. Διότι πέραν των λαθών που διεπράχθησαν, καθώς και της απειρίας που επεδείχθη εκ μέρους της ελληνικής πλευράς, θα ήταν ανειλικρινές να επιρριφθούν οι ευθύνες μόνο προς τη μια πλευρά.
Ωστόσο δεν έχει πλέον σημασία τι έγινε αλλά τι θα γίνει. Κι αν συνεχισθεί η συζήτηση να περιστρέφεται αποκλειστικά στις δόσεις και στις ημερομηνίες, αλλά και στα ισοδύναμα που ουσιαστικά ζητούνται σε βάρος των φορολογουμένων για να μη θιγεί το δημόσιο, τότε η ρήξη είναι αναπόφευκτη.
Αντιθέτως αν απόψε ο Αλέξης Τσίπρας αιφνιδιάσει, αλλάζοντας τακτική και υπερβαίνοντας τις “κόκκινες γραμμές” παρουσιάσει ένα ευρύ πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων, τότε μπορεί να ξεφύγει από τα “σχοινιά” και να επαναφέρει τον αντίπαλο στο κέντρο του “ρινγκ”. Είναι βέβαιο ότι μπορεί αλλά δεν είναι βέβαιο ότι το επιθυμεί. Θα φανεί στον τελευταίο γύρο.