Στην τελική ευθεία μπαίνει η προεκλογική εκστρατεία των κομμάτων στη Πορτογαλία δύο εβδομάδες πριν τις βουλευτές εκλογές, με μείζον ζήτημα να αποτελεί η μεγάλη άνοδος της ακροδεξιάς και σε αυτό το κράτος μέλος της ΕΕ και μάλιστα λίγους μήνες πριν τις Ευρωεκλογές.
Αν και τα κόμματα της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς διατηρούν το προβάδισμα, η ενίσχυση κομμάτων με ακραίο λόγο δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη.
Το Chega (Αρκετά), του οποίου ηγείται ο 41χρονος πρώην σχολιαστής ποδοσφαίρου Αντρέ Βεντούρα είχε συγκεντρώσει το 2019 μόλις το 1,3% των ψήφων αλλά τώρα βάσει των δημοσκοπήσεων έχει εκτοξευτεί έως και στο 19%, όπως αναφέρει ο Guardian.
Την ίδια στιγμή τα συστημικά κόμματα υποστηρίζουν πως θα είναι οι νικητές των εκλογών.
Ο Λουί Μοντενέγκρο ηγέτης του συντηρητικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SDP), ξεκίνησε την εκστρατεία του στη βόρεια συνοικία της Μπραγκάνσα, λέγοντας ότι ήταν σίγουρος για μια «μεγάλη νίκη» για την τρικομματική συμμαχία που έχει σχηματίσει με δύο μικρότερα δεξιά κόμματα.
Ο Πέδρο Νούνο Σάντος, ηγέτης του σημερινού Σοσιαλιστικού Κόμματος, είπε στους καταναλωτές σε μια αγορά έξω από το Πόρτο ότι το κόμμα του απολάμβανε «μια σχέση εγγύτητας και εμπιστοσύνης» με τους ψηφοφόρους και «είναι επικεντρωμένο σε μια νίκη που θα ανακόψει τη προέλαση της δεξιάς».
Καθώς όμως τα φαβορί των Σοσιαλιστών φαίνεται να κερδίζουν τις περισσότερες ψήφους, αλλά οι συνασπισμοί δεξιών κομμάτων εκτιμάται πως θα έχουν περισσότερες έδρες στο κοινοβούλιο, τα βλέμματα πολλών παρατηρητών είναι στραμμένα στον Βεντούρα – ο οποίος έχει πει εδώ και καιρό ότι δεν θα υποστηρίξει έναν δεξιό συνασπισμό αν δεν είναι επίσημα μέρος του.
Σε αντίθεση με πολλά κράτη μέλη της ΕΕ, από τη Φινλανδία μέχρι την Ιταλία, η ακροδεξιά έχει αποτύχει μέχρι στιγμής να αποκτήσει ευρεία στήριξη στην Πορτογαλία, η οποία τον Απρίλιο γιορτάζει μισό αιώνα από την Επανάσταση των Γαρυφάλλων του 1974 που τερμάτισε σχεδόν μισό αιώνα αυταρχικής διακυβέρνησης.
Τι «θρέφει» την ακροδεξιά
Οι πρόωρες εκλογές όμως της 10ης Μαρτίου, που προκηρύχθηκαν μετά την αιφνιδιαστική παραίτηση του σοσιαλιστή πρωθυπουργού, Αντόνιο Κόστα, διεξάγονται στη σκιά πολλαπλών σκανδάλων διαφθοράς που έχουν τροφοδοτήσει την απογοήτευση των ψηφοφόρων και ευνοούν την ακροδεξιά, όπως λένε αναλυτές.
Η κυβέρνηση του Κόστα κατέρρευσε τον περασμένο Νοέμβριο εν μέσω μιας μεγάλης υπόθεσης για διαφορά που οδήγησε σε αστυνομική έρευνα στην επίσημη κατοικία του πρωθυπουργού και στα υπουργεία περιβάλλοντος και υποδομής, καθώς και στη σύλληψη του επικεφαλής του γραφείου του. Στον ίδιο τον Κόστα ωστόσο δεν έχουν απαγγελθεί κατηγορίες.
Επίσης τις τελευταίες εβδομάδες, δικαστήριο της Λισαβόνας έκρινε ότι ο πρώην σοσιαλιστής πρωθυπουργός, ο Χοσέ Σόκρατες, θα πρέπει να καθίσει στο εδώλιο του κατηγορούμενου για απάτη και ξέπλυμα χρήματος.
Το SDP, το οποίο εναλλάσσεται στην εξουσία με τους Σοσιαλιστές για δεκαετίες, αντιμετωπίζει επίσης κατηγορίες για διαφθορά, με δύο εξέχοντες πολιτικούς του να παραιτούνται εν μέσω έρευνας για δωροδοκία.
Η στεγαστική κρίση, οι χαμηλοί μισθοί, το αυξανόμενο κόστος ζωής και οι αναξιόπιστες υπηρεσίες δημόσιας υγείας είναι άλλα ζητήματα τα οποία απασχολούν πολύ έντονα τους πολίτες, και πολλοί εξ αυτών κατηγορούν τα δύο κυρίαρχα κόμματα στα οποία οι δημοσκοπήσεις δίνουν ποσοστά μεταξύ 28% και 29%.
Τι πρεσβεύει το Chega
Όπως και αλλού στην Ευρώπη, το ακροδεξιό κόμμα Chega έχει καταστήσει την καταπολέμηση της υποτιθέμενης διαφθοράς ένα από τα βασικά θέματα του προγράμματός του και της ρητορικής του.
«Η Πορτογαλία χρειάζεται κάθαρση», αναφέρει μια από τις προεκλογικές αφίσες του κόμματος ενώ παράλληλα έκανε εκστρατεία για τη μετανάστευση, την κλιματική κρίση και τις θρησκευτικές και πολιτισμικές διαφορές.
Το κόμμα υποστηρίζει τη θανατική ποινή, τον χημικό ευνουχισμό για τους κατά εξακολούθηση βιαστές και ζητά μηδενική ανοχή στην παράνομη μετανάστευση. Επίσης θέλει η Πορτογαλία να έχει περισσότερη «ελευθερία» από την ΕΕ για να επιδιώξει ορισμένες διμερείς οικονομικές συμφωνίες.
Οι ακροδεξιοί λαϊκιστές συμμετέχουν σε κυβερνητικούς συνασπισμούς στην Ιταλία και τη Φινλανδία και υποστηρίζουν άλλους στη Σουηδία. Το FPÖ της Αυστρίας έχει καλές πιθανότητες δνα κερδίσει τις εκλογές το επόμενο φθινόπωρο φθινόπωρο, ενώ AfD της Γερμανίας και το RN της Λε Πεν στην Γαλλία καταγράφουν εξαιρετικά υψηλά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις.
Όλα αυτά λίγους μήνες πριν τις Ευρωεκλογές του Ιουνίου όπου τα τα ριζοσπαστικά δεξιά κόμματα εκτιμάται πως θα έρθουν πρώτα σε εννέα χώρες, μεταξύ των οποίων Αυστρία, Γαλλία, Πολωνία και δεύτερα ή τρίτα σε άλλες εννέα μεταξύ των οποίων Γερμανία, Ισπανία, Πορτογαλία, Σουηδία.
Newsroom, Κανάλι Ένα, 90,4fm, Κ.Π.