Ο Τζέιμς Ερλ Τζόουνς μπορεί να είχε μια καριέρα ηθοποιού που διήρκεσε σχεδόν 60 χρόνια, αλλά αυτό για το οποίο θα τον θυμόμαστε ήταν η βαθιά, μπάσα φωνή του, που κάποιος σκηνοθέτης κάποτε περιέγραψε σαν τον ήχο που «άκουσε ο Μωυσής όταν του απευθύνθηκε ο Θεός». Ήταν φυσικά η φωνή του Νταρθ Βέιντερ στην αρχική τριλογία του Star Wars.
Ο Τζέιμς Ερλ Τζόουνς γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1931 στο Μισισιπή, με καταγωγή από Αφροαμερικανούς, Ινδιάνους και Ιρλανδούς. Ο πατέρας του, Ρόμπερτ Ερλ Τζόουνς, εγκατέλειψε την οικογένειά του λίγο μετά τη γέννηση του γιου του. Το νοικοκυριό ήταν μεγάλο, με 13 παιδιά, και αποφασίστηκε ο Τζόουνς να ζήσει με τη γιαγιά του στο Μέμφις «για να ελαφρύνει το φορτίο». Όταν όμως τον οδήγησαν στο σπίτι της, εκείνος γαντζώθηκε απελπισμένα στο αυτοκίνητο. «Ήταν ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορούσα να εκφράσω ότι ήθελα να είμαι μαζί τους», θυμάται. «Το δέχτηκαν αυτό». Όλα αυτά ήταν τόσο τραυματικά για τον ίδιο που ανέπτυξε ένα τραύλισμα που κράτησε μέχρι την εφηβεία του. Έγινε τόσο άσχημο που, για κάποιο διάστημα, δεν μπορούσε να μιλήσει και επικοινωνούσε μόνο γραπτώς.
Κατά ειρωνικό τρόπο, ήταν το τραύλισμα που τον έστρεψε προς την υποκριτική! Στο λύκειο, ένας συμπαθής καθηγητής ανακάλυψε το ταλέντο του στην ποίηση και τον ενθάρρυνε να διαβάζει τα ποιήματα του δυνατά στην τάξη. Ο Τζόουνς ανακάλυψε ότι ο τραυλισμός του υποχώρησε όταν μιλούσε από μνήμης. Ενθαρρυμένος, άρχισε να συμμετέχει σε συζητήσεις και διαγωνισμούς δημόσιας ομιλίας. Τον τράβηξε το θέατρο κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και, αφού ολοκλήρωσε τη στρατιωτική του θητεία, αναζήτησε δουλειά ως ηθοποιός στη Νέα Υόρκη. Για ένα διάστημα έζησε με τον πατέρα του, όχι επειδή αναζητούσε συμφιλίωση, αλλά απλώς για να γλιτώσει το ενοίκιο. «Ήταν πολύ αργά για να τον γνωρίσω ως πατέρα», είπε. «Αν δεν το μάθεις αυτό από την αρχή, δεν υπάρχει τρόπος να το προλάβεις».
Αλλά ο Ρόμπερτ, ο οποίος είχε προσπαθήσει να ασχοληθεί και ο ίδιος με την υποκριτική, υποστήριξε τη φιλοδοξία του γιου του με έναν όρο. «Κάνε το επειδή το αγαπάς». Δεν ήταν κακή συμβουλή. Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι μαύροι ηθοποιοί, ο Τζόουνς έγινε γνωστός σε παραγωγές του Μπρόντγουεϊ, όπως το δράμα του Ζαν Ζενέ, «Οι Μαύροι», στο οποίο οι μαύροι ηθοποιοί έπαιζαν με λευκό μακιγιάζ για να ανατρέψουν τα αποικιακά στερεότυπα. Είχε την τύχη να πέσει σε μια εποχή που το θέατρο της Νέας Υόρκης αναδιαμορφωνόταν με μια διαφορετική εικόνα. Δεν χρειαζόταν πλέον να είσαι λευκός και μεσοαστός για να πετύχεις.
Το 1968 κέρδισε βραβείο Τόνι για την ερμηνεία του στην παράσταση The Great White Hope ενώ αργότερα έλαβε υποψηφιότητα για Όσκαρ για την ερμηνεία του στην κινηματογραφική εκδοχή της!
Όπως γνωρίζουν τα παιδιά σε όλο τον κόσμο, η φωνή του Τζόουνς είναι επίσης η φωνή του Νταρθ Βέιντερ στην αρχική τριλογία του Πολέμου των Άστρων. Ο άνθρωπος πίσω από τη μάσκα, ο Dave Prowse, είχε έντονη τεξανή προφορά ενώ ο Λούκας είχε ανάγκη κάτι άλλο. Κι όμως, το όνομα του δεν αναφέρεται στους τίτλους του πρώτου φιλμ – μετά από δική του επιμονή, αν και το ξανασκέφτηκε όταν οι ταινίες έσπασαν όλα τα εισπρακτικά ρεκόρ. Τον ακούσαμε φυσικά και ως φωνή του Mufasa στον Βασιλιά των Λιονταριών. Το 2011, του απονεμήθηκε τιμητικό Όσκαρ για τη συμβολή του στην κινηματογραφική βιομηχανία. Το παρέλαβε στη σκηνή ενός θεάτρου του Λονδίνου, όπου εμφανιζόταν μαζί με τη Βανέσα Ρέντγκρεϊβ στο έργο Driving Miss Daisy. Η φωνή του είχε τέτοιο κύρος, που ο Τζέιμς Ερλ Τζόουνς άρχισε να ακούγεται όλο και περισσότερο σε
αφηγήσεις ντοκιμαντέρ και σε video games.
Δεν αποσύρθηκε ποτέ, δουλεύοντας μέχρι τα 80 του χρόνια. Το αγόρι από το Μισισιπή με το έντονο τραύλισμα θα μείνει στη μνήμη μας ως ένας ισχυρός ηθοποιός με θρυλική φωνή.
Άκης Καπράνος