Σε μια κίνηση άνευ προηγουμένου για την ίδια προχώρησε η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας επεμβαίνοντας και διαθέτοντας ρευστότητας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Crédit Suisse μετά την κατάρρευση των μετοχών της που έθεσε σε συναγερμό τράπεζες και ρυθμιστικές αρχές σε ΗΠΑ και Ευρώπη.
Τις πρώτες πρωινές ώρες σήμερα, η Crédit Suisse ανακοίνωσε πως θα δανειστεί ως και 50 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα (50,6 δισεκ. ευρώ) από την κεντρική τράπεζα και είναι η πρώτη φορά που ανακοινώνεται η χορήγηση τόση υψηλής ρευστότητας σε μεγάλη τράπεζα σε παγκόσμια κλίμακα από την τραπεζική κρίση του 2008.
«Η επιπρόσθετη ρευστότητα θα υποστηρίξει τις κύριες δραστηριότητες της Crédit Suisse και των πελατών της, καθώς η Crédit Suisse λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να δημιουργηθεί μια τράπεζα πιο απλή και στοχευμένη, βασισμένη στις ανάγκες των πελατών της», ανέφερε η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας σε δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησε.
Πιέσεις και ανησυχία
Νωρίτερα το βράδυ της Τετάρτης, η Κεντρική Τράπεζα της χώρας σε ανακοίνωση της αν και τονίζει πως η «Credit Suisse πληροί τις απαιτήσεις κεφαλαίου και ρευστότητας που επιβάλλονται σε συστημικά σημαντικές τράπεζες» δεν φαίνεται ακόμη έτοιμη για μια παρέμβαση κρίνοντας πως η κατάσταση δεν έχει φτάσει σε αυτό το σημείο αφού επισημαίνει πως
«Εάν είναι απαραίτητο θα παρέχει ρευστότητα στην CS». Το εάν αυτή η δήλωση πρόθεσης για παρέμβαση εάν και όταν κριθεί αναγκαίο, θα μπορέσει να ηρεμήσει τις αγορές…είναι πάντως αμφίβολο.
Η Credit Suisse είχε απευθύνει έκκληση στην Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας και στην ελβετική χρηματοοικονομική εποπτική αρχή FINMA για μια δημόσια εκδήλωση υποστήριξης, όπως ανέφεραν οι Financial Times, αφού ο μεγαλύτερος επενδυτής της είπε ότι δεν μπορούσε να της παράσχει περισσότερη οικονομική βοήθεια λόγω κανονιστικών περιορισμών.
Επίσης η Ελβετία δεχόταν πιέσεις από τουλάχιστον μία κυβέρνηση ισχυρού κράτους να παρέμβει άμεσα για την διάσωση της Credit Suisse, όπως αναφέρει το Reuters, μετά την εκκαθάριση των ευρωπαϊκών τραπεζικών μετοχών από την ελβετική τράπεζα την Τετάρτη.
Οι μετοχές της Credit Suisse υποχώρησαν έως και 30,8%, οδηγώντας σε πτώση 7% στον ευρωπαϊκό τραπεζικό δείκτη χθες, ενώ οι πενταετείς ανταλλαγές πιστωτικής αθέτησης (CDS) για τη ναυαρχίδα των ελβετικών τραπεζών σημείωσαν νέο υψηλό ρεκόρ, αναζωπυρώνοντας τους φόβους για ευρύτερη απειλή το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Δύο εποπτικές πηγές δήλωσαν στο Reuters ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) επικοινώνησε με τράπεζες για να τις ρωτήσει σχετικά με τα ανοίγματά τους στην Credit Suisse.
Μία από τις πηγές ανέφερε, ωστόσο, ότι η αντίληψη που υπάρχει μέχρι στιγμής είναι πως τα προβλήματα της Credit Suisse είναι «ειδικής φύσεώς» και αφορούν μόνο αυτή και δεν θεωρούνται «συστημικά».
Το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών παρακολουθεί επίσης τις εξελίξεις με την Credit Suisse και βρίσκεται σε επαφή με ΥΠΟΙΚ διεθνώς όπως δήλωσε εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών το βράδυ της Τετάρτης.
Ερωτηθείς για τον αντίκτυπο των προβλημάτων της Credit Suisse στο αμερικανικό τραπεζικό σύστημα, ο αμερικανός γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς σχολίασε στο Reuters: «Όλοι ανησυχούν».
Απώλειες και νευρικές αγορές
Ο δείκτης των ευρωπαϊκών τραπεζών είδε να εξανεμίζονται πάνω από 120 δισεκατομμύρια ευρώ σε μετρητά από τις 8 Μαρτίου. Μεταξύ των μεγαλύτερων υποχωρήσεων την Τετάρτη ήταν αυτές των Societe Generale, με πτώση 12% και BNP Paribas, με πτώση 10%.
Η πορεία των τραπεζικών μετοχών από την αρχή της εβδομάδες θυμίζει βέβαια ούτως ή άλλως roller-coaster μετά την κατάρρευση τριών αμερικανικών τραπεζών -με βασικότερη την Silicon Valley Bank -και την συνακόλουθη παρέμβαση των αμερικανικών αρχών με την διάθεση πρόσθετης ρευστότητας αλλά και τις καθησυχαστικές δηλώσεις του Τζο Μπάιντεν.
“Οι αγορές είναι σε αναβρασμό. Περνάμε από τα προβλήματα των αμερικανικών τραπεζών σε εκείνα των ευρωπαϊκών τραπεζών, πρώτα από όλα της Credit Suisse”, σχολίασε ο Κάρλο Φραντσίν, επικεφαλής θεσμικών πελατών της Banca Ifigest στο Μιλάνο.
«Πρέπει να υπάρξει κάποιου είδους αποφασιστική δράση που θα αλλάξει το παιχνίδι για να αντιστραφεί και να σταθεροποιηθεί η κατάσταση», ανέφεραν αναλυτές της Exane.
Η εποπτική αρχή της Γερμανίας (BaFin) δήλωσε ότι δεν βλέπει άμεσο κίνδυνο μετάδοσης και ότι το γερμανικό τραπεζικό σύστημα φαίνεται εύρωστο και ανθεκτικό.
«Η κύρια εστίασή μας είναι αυτή τη στιγμή σε ορισμένες μικρότερες τράπεζες με μικρό πλεόνασμα κεφαλαίου και αυξημένους κινδύνους επιτοκίου. παρακολουθούμε στενά αυτά τα ιδρύματα», αναφέρει ο εκπρόσωπος της BaFin σε σχετική ανακοίνωση.
«Εύκολο χρήμα»
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι περιφερειακές τράπεζες υποχώρησαν επίσης.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της BlackRock, Λόρενς Φινκ, προειδοποίησε την Τετάρτη ότι ο περιφερειακός τραπεζικός τομέας των Η.Π.Α. παρέμεινε σε κίνδυνο και προέβλεψε περαιτέρω υψηλό πληθωρισμό και αυξήσεις επιτοκίων.
Ο Φινκ περιέγραψε την οικονομική κατάσταση ως το «τίμημα του εύκολου χρήματος» σε μια ετήσια έκθεση ενώ τόνισε πως μετά την περιφερειακή τραπεζική κρίση θα μπορούσαν να ακολουθήσουν «αναντιστοιχίες ρευστότητας», επειδή τα χαμηλά επιτόκια έχουν οδηγήσει ορισμένους ιδιοκτήτες περιουσιακών στοιχείων να αυξήσουν την έκθεσή τους σε επενδύσεις υψηλότερης απόδοσης που δεν είναι εύκολο να πουληθούν.
«Είναι πολύ νωρίς για να γνωρίζουμε πόσο εκτεταμένη είναι η ζημιά», ανέφερε ο Φινκ, προσθέτοντας: «Η ρυθμιστική απάντηση ήταν μέχρι στιγμής ταχεία και οι αποφασιστικές ενέργειες έχουν βοηθήσει να αποτραπούν οι κίνδυνοι μετάδοσης. Αλλά οι αγορές είναι στα όριά τους».
Οι ραγδαίες αυξήσεις των επιτοκίων έχουν δυσκολέψει ορισμένες επιχειρήσεις να αποπληρώσουν ή να εξυπηρετήσουν δάνεια, αυξάνοντας τις πιθανότητες ζημιών για τους δανειστές που επίσης ανησυχούν για ύφεση.
Ωστόσο, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ εξακολουθούν να κλίνουν προς μια αύξηση των επιτοκίων κατά μισή ποσοστιαία μονάδα δήλωσε πηγή στο Reuters, καθώς αναμένουν ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει υψηλός.
Οι επενδυτές είχαν αρχίσει να αμφιβάλλουν για τη δέσμευση της ΕΚΤ για άλλη μια μεγάλη αύξηση των επιτοκίων, καθώς η κατάρρευση της SVB έπληξε τις αγορές.
Ωστόσο, η πηγή είπε ότι η κεντρική τράπεζα είναι απίθανο να αποκλίνει από το σχέδιό της να αυξήσει τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης την Πέμπτη, επειδή κάτι τέτοιο θα έβλαπτε την αξιοπιστία της.
Η ανησυχία που προκλήθηκε από την κατάρρευση της SVB ώθησε τους καταθέτες να αναζητήσουν νέα σπίτια για τα μετρητά τους.
Ο Ραλφ Χάμερς, Διευθύνων Σύμβουλος της ανταγωνίστριας Credit Suisse, UBS, δήλωσε ότι η αναταραχή στην αγορά έχει οδηγήσει σε εισροή χρημάτων σε αυτή.
«Τις τελευταίες δύο ημέρες, όπως θα περίμενε κανείς, έχουμε δει εισροές», είπε. «Είναι ξεκάθαρα μια κίνηση προς την ασφάλεια από αυτή την άποψη, αλλά νομίζω ότι τρεις ημέρες δεν κάνουν τάση».
Ο διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank, Κρίστιαν Σίγουινγκ, δήλωσε ότι η τράπεεζα καταγράφει επίσης εισερχόμενες καταθέσεις.
Κανάλι Ένα, 90,4fm, Κ.Π.