Οι δίαυλοι επικοινωνίας Αθήνας-Αγκυρας έχουν αποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό, τόσο μετά το φονικό σεισμό στην Τουρκίας και την άμεσα ανταπόκριση της Ελλάδας, όσο και μετά τη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στο Βίλνιους.
Σε αυτό το καλό κλίμα που έχει διαμορφωθεί στάθηκε και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ερωτηθείς χθες κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου στη ΔΕΘ. Ο πρωθυπουργός την Τετάρτη θα συναντηθεί με τον Το’ύρκο πρόεδρο στη Νέα Υόρκη στο πλαίσιο της επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στις ΗΠΑ για τις εργασίες της 78ης Συνόδου της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. «Θεωρώ εξαιρετικά θετικό το γεγονός ότι έχουν αποκατασταθεί δίαυλοι επικοινωνίας με την Τουρκία σε όλα τα επίπεδα. Στο ανώτατο δυνατό επίπεδο μέσα από τακτικές συναντήσεις μεταξύ εμού και του Προέδρου Ερντογάν, στο πολιτικό επίπεδο του Υπουργείου Εξωτερικών μέσα από μία τακτική επικοινωνία του Υπουργού, αλλά και της Υφυπουργού, με τους ομολόγους τους», επεσήμανε ο πρωθυπουργός.
Τα θέματα που συζητάει η Ελλάδα με την Τουρκία
Ο πρωθυπουργός επανέλαβε τα θέματα που είναι προς συζήτηση με την Τουρκία. Πρόκειται για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, δηλαδή ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Μάλιστα ξεκαθάρισε σε κάθε τόνο για άλλη μία φορά πως «δεν υπάρχει καμία περίπτωση η Ελλάδα να συζητήσει ποτέ ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με την εθνική κυριαρχία. Ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με το καθεστώς των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου -εξάλλου, θέλω να θυμίσω ότι φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία απέδειξε ότι είναι εξαιρετικά ανθεκτική- αλλά και ζητήματα τα οποία απορρέουν από τα αυτονόητα δικαιώματα τα οποία προκύπτουν από την άσκηση της κυριαρχίας στα νησιά αυτά».
Η Χάγη είναι μακριά και ζητήματα εθνικής κυριαρχίας δεν μπαίνουν στο τραπέζι
Ο πρωθυπουργός επανέλαβε πως η Ελλάδα δεν άλλαξε ποτέ τη στρατηγική της απέναντι στην Τουρκία και τόνισε πως ο ίδιος από τη στιγμή που ανέλαβε το τιμόνι της χώρας το 2019 ήθελε «να μπορούμε να συνομιλούμε με την Τουρκία, να μπορούμε να δεχόμαστε ότι τα ζητήματά μας θα μπορούν να επιλύονται μόνο με βάση το Διεθνές Δίκαιο και τους κανόνες καλής γειτονίας. Και όταν διαφωνούμε, να μην οδηγούμε τα πράγματα στα άκρα και να μην έχουμε εντάσεις, όπως αυτές που δυστυχώς κληθήκαμε να διαχειριστούμε την τελευταία τετραετία, με υπαιτιότητα της Τουρκίας». Ξεκαθάρισε όμως ο κ.Μητσοτάκης πως «Από εκεί και πέρα, η Χάγη είναι πολύ μακριά ακόμα, είναι κάτι το οποίο το γνωρίζουμε όλοι. Και τα ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με την εθνική κυριαρχία, την εθνική ακεραιότητα της χώρας, είναι ζητήματα τα οποία δεν πρόκειται ποτέ να μπουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από εμένα. Είναι εκτός της συζήτησης την οποία κάνουμε με την Τουρκία. Ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν, ας πούμε, με τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και με τα αυτονόητα δικαιώματα τα οποία απορρέουν από την ελληνική κυριαρχία σε αυτά τα νησιά. Είναι ζητήματα τα οποία δεν είμαι διατεθειμένος, υπό οποιονδήποτε όρο, να συζητήσω με την Τουρκία».
Η προσέγγιση της Αγκυρας στην ΕΕ περνάει από την Ελλάδα
Ο πρωθυπουργός πρόσθεσε ότι πιστεύει πως η Τουρκία έχει συμφέρον αυτήν την εποχή να προσεγγίσει περισσότερο τη Δύση, την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά να είναι και ένας πιο συνεργάσιμος εταίρος μέσα στο ΝΑΤΟ. «Γνωρίζει όμως πολύ καλά, ακριβώς επειδή εμείς ακολουθήσαμε μία αποτελεσματική εξωτερική πολιτική τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ότι η προσέγγιση με την Ευρώπη περνάει μέσα από τις καλές σχέσεις με την Ελλάδα. Θεωρώ ότι αυτό είναι ένα «όπλο» το οποίο ενδεχομένως να έχουμε στα χέρια μας, για μια περαιτέρω εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Θέλω να επαναλάβω αυτό το οποίο έχω πει πολλές φορές: είναι απολύτως αποδεκτό όταν έχουμε να διαχειριστούμε μεγάλα προβλήματα όπου οι θέσεις μας απέχουν σημαντικά, τα οποία έρχονται από το παρελθόν, να μην περιμένουμε ότι αυτά θα λυθούν από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλά να μπορούμε να δεχόμαστε πολιτισμένα ότι συμφωνούμε που διαφωνούμε και αυτό να μην οδηγεί αναγκαστικά σε μία ρητορική επεκτατική ή σε μια ένταση στο πεδίο, όπως αυτή την οποία βιώσαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια και την οποία δεν βιώνουμε τους τελευταίους μήνες».
Πηγή:iefimerida.gr