Του Απόστολου Κορτιάνου,
Θεωρώ πως όσοι κάθισαν το βράδυ της Παρασκευής μπροστά από τις τηλεοράσεις τους ή είχαν τη τύχη να βρεθούν στο κλειστό του ΟΑΚΑ, νιώθουν γεμάτοι και δικαιωμένοι.
Δεν είμαι από τους τύπους που θεωρούν ότι ο αθλητισμός είναι στην κατηγορία του θεάτρου ή του κινηματογράφου και αυτό γιατί για τους περισσότερους η ομάδα που υποστηρίζουν είναι το σημαντικότερο πράγμα στη καθημερινότητα τους, χωρίς να εξαρτάται και η ζωή τους από αυτό.
Αυτό το δίωρο όμως στη Καλογρέζα μπορώ με σιγουριά να πω ότι μας γέμισε όλους τόσο, που οποιαδήποτε ομάδα και να κέρδιζε όλοι θα έλεγαν ένα χαλάλι.
Για μήνα Νοέμβριο και δη αρχές του, το μπάσκετ που παρακολουθήσαμε ήταν πραγματικά υψηλότατου επιπέδου. Δύο ομάδες διαφορετικού αγωνιστικού προφίλ και προσέγγισης, όπου αμφότερες έχουν στις τάξεις αθλητές από το πάνω ράφι ικανούς να διαμορφώσουν το τελικό αποτέλεσμα, γέρνοντας τη ζυγαριά.
Ο Ολυμπιακός ήταν καλύτερος, θα έλεγα περισσότερο συγκεντρωμένος και πεινασμένος, γεμάτος κίνητρο να αποδείξει ότι η αναμέτρηση του ελληνικού πρωταθλήματος ήταν το αγουροξυπνημένο του πρόσωπο. Έτσι στη Καλογρέζα το σύνολο του Γιώργου Μπαρτζώκα αποφάσισε να παρουσιάσει κάτι πολύ καλύτερο και αντιπροσωπευτικό της πραγματικής του εικόνας.
Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι και το είχαμε τονίσει μέσα στην εβδομάδα, δέκα ημέρες αργότερα τίποτα δεν θα θύμιζε ίδιο μιας και η επιστροφή του Γουίλιαμς-Γκος, η δυνατότητα συμμετοχής του Μακκίσικ και η αγωνιστική άνοδος στην απόδοση των Μιλουτίνοφ – Φαλ θα εκτόξευαν τις δυνατότητες της ομάδας του Πειραιά.
Οι «ερυθρόλευκοι» μπήκαν πολύ πιο συγκεντρωμένοι από τους πρωταθλητές Ευρώπης, ενώ ο Γιώργος Μπαρτζώκας επέλεξε να εκκινήσει το ματς με τρεις ικανούς χειριστές (Γουόκαπ, Βιλντόζα, Φουρνιέ) για να μπορεί να πιέσει περισσότερο πάνω στη μπάλα, ενώ με τον Αργεντινό στη σύνθεση αυτή έβαζε ένα παίκτη με ικανότητα αυτοσχεδιασμού και ισότιμη δυνατότητα δημιουργίας και εκτέλεσης.
Ο κορυφαίος Έλληνας τεχνικός παγίωσε σχεδόν από την αρχή τη φιλοσοφία των αλλαγών στα σκριν, ώστε να οδηγεί τα γκαρντ του Παναθηναϊκού σε επιλογές ατομικές με περισσότερο χώρο για εκτέλεση από μακριά, θέλοντας με αυτό τον τρόπο να κόψει τον ομφάλιο λώρο τροφοδότησης στον Λεσόρ και το πέτυχε για τα πρώτα είκοσι λεπτά.
Ο Ολυμπιακός παίρνοντας σκορ από όλους και με την άμυνα να δουλεύει ρολόι, οδήγησε τους πράσινους σε λάθη και βεβιασμένα σουτ που έδιναν στους «ερυθρόλευκους» την ευκαιρία να τρέξουν στο ανοιχτό γήπεδο, όπου μάλιστα αν ήταν λίγο πιο ψύχραιμοι θα μπορούσαν να έχουν ανεβάσει τη διαφορά και πάνω από τους 15 πόντους.
Ο Εργκίν Αταμάν από την άλλη ανακάτευε συνεχώς τη τράπουλα και με τους Λορέντζο Μπράουν, Τζεράμι Γκραντ να είναι σε κακή βραδιά (σε αντιθέση με το ματς στο ΣΕΦ), αναγκάστηκε να επιστρατεύσει από πολύ νωρίς τον Κώστα Σλούκα, πράγμα που δεν το συνηθίζει.
Ο 34χρονος αρχηγός του Παναθηναϊκού συμμάζεψε το επιθετικό παιχνίδι της ομάδας του, ωστόσο στην άμυνα έγινε στόχος από τον Ολυμπιακό.
Ο Τούρκος προπονητής παρά το ότι βρήκε λύσεις κοντά στο καλάθι με τον Γιουρτσεβέν να συνεργάζεται ιδανικά δύο φορές με τον Ναν, επέλεξε να τον παρκάρει στο πάγκο, ίσως λόγω της αδυναμίας του στην άμυνα.
Με λίγα λόγια στο πρώτο ημίχρονο ο Ολυμπιακός κυριάρχησε και αν λιγότερο τσαπατσούλης στο τελείωμα των φάσεων θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερη απόσταση.
Στο δεύτερο ημίχρονο ήταν αναμενόμενο ότι ο Παναθηναϊκός δεν θα συνέχιζε τις χαμηλές επιθετικές του πτήσεις, ενώ θα πίεζε με τη βοήθεια του κόσμου ώστε να δυσκολέψει τις επιθέσεις των Πειραιωτών.
Οι φιλοξενούμενοι όμως έπαιξαν το ιδανικό μπάσκετ που είχε στο μυαλό του ο Γιώργος Μπαρτζώκας. Η πίστη στο πλάνο, η υπομονή, η εμπιστοσύνη στο διπλανό και η συνεχής κίνηση μακριά από τη μπάλα ήταν τα κλειδιά για τον Ολυμπιακό ώστε να βρίσκουν συνεχή απάντηση στο επιθετικό κρεσέντο του Παναθηναϊκού.
Πριν πάμε στη προσωπική απόδοση των παικτών να αναφέρω ότι ο Παναθηναϊκός δεν πήρε ριμπάουντ στο τρίτο δεκάλεπτο. Στην επίθεση βέβαια είχε το μυθικό 14/16, μπήκε ο Λεσόρ στην εξίσωση, ενώ έγινε σοβαρός παράγοντας και ο Ερνανγκόμεθ που πέτυχε μεγάλα σουτ, ωστόσο μιλάμε για ένα στατιστικό που μου έκανε εντύπωση, από την άλλη ο Ολυμπιακός είχε 12/16, εξίσου εντυπωσιακή επίδοση για φιλοξενούμενη ομάδα σε μία τόσο καυτή έδρα, ο Νίκολα Μιλουτίνοφ όλα τα άστοχα σουτ των συμπαικτών του τα μετέτρεψε σε δεύτερες επιθέσεις που έφεραν σκορ, με αποτέλεσμα εκεί που όλα έδειχναν ότι οι πράσινοι θα έπαιρναν τα ηνία, οι Πειραιώτες είχαν τη ψυχραιμία να μην βγαίνουν από το πλάνο τους.
Μαέστρος ο Γουόκαπ με 11 ασίστ για μόλις δύο λάθη, χωρίς να κάνει κατάχρηση ντρίμπλας και με 0 πικ εν ρολ. Δεν θυμάμαι ξανά τέτοια εμφάνιση από τον Αμερικανό, ο οποίος έδινε και ομηρικές μάχες στο ποστ κόντρα στον Λεσόρ.
Ο Σάσα Βεζένκοφ δεν αποτελεί είδηση ότι πρόκειται για τον πιο σιωπηλό σκόρερ στη ιστορία της Ευρωλίγκας, σε μία ημέρα που μοιάζει μέτριος καταφέρνει σε ντέρμπι και βάζει 20 πόντους χωρίς να ντριμπλάρει. Τεράστιας ποιότητας παίκτης και με αδιανόητα επίπεδα σκέψης και αντίληψης των χώρων.
Ο Νίκολα Μιλουτίνοφ κατά την ταπεινή μου άποψη αποτελεί το καλύτερο σέντερ στη διοργάνωση, αν είχε στόχο να παίξει στο ΝΒΑ θα βρισκόταν εκεί με ρόλο σε οποιαδήποτε ομάδα. Η κυριαρχία του απέναντι στην αφάν γκατέ της Ευρωλίγκας είναι μοναδική και το έκανε και πέρυσι κόντρα σε όλα τα σέντερ των κορυφαίων ομάδων. Αν είναι υγιής εφέτος θα κάνει τη καλύτερη του χρονιά με τόσο καλούς συμπαίκτες και χωρίς να του βγαίνει η γλώσσα από τη κούραση.
Επειδή ξεφεύγω και σε λίγο θα νομίζετε ότι διαβάζετε βιβλίο αντί για άρθρο θα κλείσω με τον πρωταγωνιστή και καψούρα των οπαδών του Ολυμπιακού με τη πρώτη ματιά.
Ο Εβάν Φουρνιέ είναι ένα παράδειγμα για κάθε Ευρωπαίο μπασκετμπολίστα που ονειρεύεται να κάνει καριέρα στο ΝΒΑ. Ο Γάλλος δεν έχει το πρώτο βήμα του Πάρκερ, την σωματική διάπλαση και τις ικανότητες του Αντετοκούνμπο, το μέγεθος του Γιόκιτς, το σουτ του Στογιάκοβιτς. Κατάφερε όμως να κάνει μία σπουδαία καριέρα στο κορυφαίο πρωτάθλημα του πλανήτη, να γίνει ηγέτης μίας ομάδας και να κερδίσει τον σεβασμό των Αμερικανών, ενώ κάθε καλοκαίρι είναι πιστός στρατιώτης της εθνικής του ομάδας με την οποία έχει πατήσει το βάθρο σε όλες τις διοργανώσεις, έχοντας κερδίσει μάλιστα δύο φορές τις ΗΠΑ με εκείνον να είναι φυσικά ο κύριος υπαίτιος το 2019 στη Κίνα για το Παγκόσμιο και το 2021 στο Τόκιο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Αυτό που έκανε στο glass floor του ΟΑΚΑ το έκανε πάρα πολλές φορές τα τελευταία 12 χρόνια, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν καθημερινότητα για εκείνον ειδικά με τη φανέλα του Ορλάντο, ωστόσο ήταν η κατάλληλη στιγμή για αν δείξει τι είναι ικανός να πετύχει με τη φανέλα του Ολυμπιακού υπό πίεση, με τα φώτα πάνω του και με ορισμένους να έχουν σπεύσει ήδη να τον αμφισβητήσουν.
Δεν γνωρίζω πως θα κυλήσει η χρονιά και τα επόμενα χρόνια, μπορώ όμως να σας εξομολογηθώ ότι η χαρά μου που τον βλέπω να αγωνίζεται με τον δαφνοστεφανωμένο στο στήθος είναι πραγματικά απερίγραπτη.