Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός ήταν ιδεολογικό, φιλολογικό, γλωσσικό και φιλοσοφικό ρεύμα που επιχείρησε να μεταφέρει τις ιδέες και τις αξίες του ευρωπαϊκού διαφωτισμού στους Έλληνες κατά την διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Παράλληλα αποτέλεσε πνευματικό κίνημα με αίτημα την παιδεία των Ελλήνων και συστηματοποίησε έως τις αρχές του 19ου αιώνα την ιδέα της εθνικής ταυτότητας για τους πληθυσμούς των αρχαίων ελληνικών εδαφών.
Οι απαρχές του Νεοελληνικού Διαφωτισμού
Οι ιδέες του διαφωτισμού, δηλαδή του ορθολογικού ανθρώπου που θέτει ως σκοπούς τη γνώση την ελευθερία και την ευτυχία, διαχύθηκαν στον ελλαδικό χώρο, όταν διαμορφώθηκαν οι κατάλληλες συνθήκες στις αρχές του 18ου.
Ως χρονικά όρια αυτού του ρεύματος προσδιορίζονται μεταξύ του 1700 και 1821, δηλαδή από εποχής Βολταίρου καλούμενη «προδρομική περίοδος», με την ανάθεση της εξουσίας των παραδουνάβιων ηγεμονιών σε Έλληνες ηγεμόνες, και αργότερα με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, το 1774, που αρχίζει η λεγόμενη «περίοδος ανακαίνισης» όπου και η μεγαλύτερη ακμή του, θα οδηγήσει στην Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Βασικά στηρίγματα αυτού του ρεύματος ήταν αφενός η οικονομική ανάπτυξη που εμφάνισαν κάποιες περιοχές και αφετέρου η ανακάλυψη της τυπογραφίας και η διάδοση του γραπτού λόγου. Η σημασία του νεοελληνικού διαφωτισμού υπήρξε ο βασικότερος παράγοντας στην ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης των νεοελλήνων.
Οι Έλληνες έμποροι και λόγιοι στην Ευρώπη
Κύριοι φορείς του νεοελληνικού διαφωτισμού είναι οι Έλληνες που ζουν στην δύση. Αυτοί παρακολουθούν από κοντά όλες τις αλλαγές που γίνονται στην σκέψη, παρακολουθούν τις ανακαλύψεις πάνω στις νέες τεχνικές, ανακαλύπτουν τις ιδεολογικές αρχές πάνω στις οποίες πραγματοποιείται η γαλλική επανάσταση. Αυτό το κοινωνικό και πολιτικό γεγονός δανείζει τις αρχές στον νεοελληνικό διαφωτισμό.
Εκείνη την εποχή η Ευρώπη ανακαλύπτει τον φιλελευθερισμό και την ανάγκη της αυτοδιάθεσης των λαών. Οι Έλληνες της Δύσης αντιλαμβάνονται πως μόνο με την πνευματική αναγέννηση των υποδούλων θα μπορέσει να ωριμάσει η ιδέα της επανάστασης. Μέσα σε αυτά τα δεδομένα πολλοί μορφωμένοι Έλληνες συμμετείχαν στην διάδοση των ιδεών του διαφωτισμού, που προσαρμόστηκαν στις ανάγκες του υπόδουλου γένους.
Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός εκκίνησε σε περιοχές στις οποίες ήκμαζε το ελληνικό στοιχείο σε διάφορους τομείς δραστηριότητας. Τα υπάρχοντα μέσα εκπαίδευσης, δηλαδή οι σχολές, οι ακαδημίες και τα ελληνικά τυπογραφεία, βοήθησαν τις διαδικασίες της αφομοίωσης και ενδεχομένως της μετάλλαξης των ιδεών.
Στις ίδιες περιοχές υπήρχε οικονομική ανάπτυξη, με αποτέλεσμα να γνωρίσει ιδιαίτερη άνθηση η παιδεία. Οι Έλληνες έμποροι και λόγιοι ήλθαν σε επαφή με το ευρωπαϊκό πνεύμα και μεταφράστηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα στην Ελληνική τα έργα του Λοκ, του Καρτέσιου, του Ρουσσώ, του Λάιμπνιτς και του Βολταίρου.
Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός, όπως και ο δυτικοευρωπαϊκός, εναντιώνεται στο πολιτικό, κοινωνικό και θρησκευτικό κατεστημένο της εποχής του. Ζητά παιδεία για όλους και απαλλαγή του ανθρώπου από την πρόληψη και τη δεισιδαιμονία. Παρουσιάζει ωστόσο όμως δυο σημαντικές διαφορές.
Ως ιδεολογικό ρεύμα απευθύνθηκε σε υπόδουλους και συνεπώς το κύριο αίτημά του υπήρξε η απελευθέρωση του Έθνους. Στην παιδεία αλλά και στους ένοπλους αγώνες εναπόθεσαν οι Έλληνες – ιδιαίτερα ο Αδαμάντιος Κοραής- ένα μεγάλο μέρος των ελπίδων τους για απελευθέρωση.
Στροφή προς την κλασική αρχαιότητα
Οι Έλληνες ομογενείς των οργανωμένων παροικιών της Ευρώπης έγιναν η αιχμή του δόρατος στη διαφωτιστική προσπάθεια, χρηματοδοτώντας σχολεία και εκδόσεις βιβλίων, χορηγώντας ικανά χρηματικά ποσά για σπουδές στο εξωτερικό και γενόμενοι φορείς εκπαιδευτικής ανανέωσης.
Στην Ελλάδα οι έμποροι και οι καπεταναίοι φέρνουν την πεποίθηση ότι η παιδεία μπορεί να γίνει φορέας καλύτερης και ελεύθερης ζωής, ενώ παράλληλα αναζητούν νέους διδάσκαλους για την εκπαίδευση των παιδιών τους.
Το βάρος του εκσυγχρονισμού της εκπαίδευσης και του διανοητικού βίου ανέλαβαν οι έλληνες λόγιοι της περιόδου μέσω της στροφής προς την κλασική αρχαιότητα αλλά και της επαφής με τον στοχασμό, τις ανακαλύψεις και τα επιστημονικά επιτεύγματα της δυτικής Ευρώπης.
Έτσι, η στροφή της νεοελληνικής σκέψης προς τα αρχαία κείμενα υπήρξε το μέσο για την εθνική αυτοσυνειδησία, ενώ η «μετακένωση», σύμφωνα με τον Αδαμάντιο Κοραή, των επιτευγμάτων της ευρωπαϊκής σκέψης και επιστήμης στην ελληνική Ανατολή αναπροσανατόλισε το περιεχόμενο και τους στόχους της ελληνικής εκπαίδευσης.
Μεγάλη συμβολή στην παιδεία του έθνους είχαν και οι ιατροί που επέστρεφαν στην Ελλάδα μετά από τις σπουδές τους στην Ευρώπη, αφού λόγω του επαγγέλματός τους έρχονταν σε επαφή με όλον τον πληθυσμό, ενώ χάρη στην επιρροή που είχαν στους Τούρκους προστάτευαν και άλλους διδάσκοντες. Πολλοί άφησαν την ιατρική και ασχολήθηκαν με τη συγγραφή και διδασκαλία άλλων αντικειμένων.
Ορθόδοξοι ιερωμένοι οι πρωτοστάτες στον ελλαδικό χώρο
Στον Νεοελληνικό Διαφωτισμό πρωτοστάτησαν ιερωμένοι, από το βαθμό του επισκόπου μέχρι του απλού μοναχού. Τα περισσότερα βιβλία και οι εκδόσεις προέρχονται από το χώρο του κλήρου. Ο καθηγητής Γιώργος Μπαμπινιώτης συνδέει το Νεοελληνικό Διαφωτισμό με την καλλιέργεια των κλασσικών γραμμάτων σε μια πορεία που αρχίζει από τους Πατέρες της Εκκλησίας και φτάνει μέχρι την τουρκοκρατία.
Για την απαλλαγή από το παραδοσιακό θρησκευτικό πνεύμα της εκπαίδευσης και της στροφής σε πιο εκκοσμικευμένα προγράμματα διδασκαλίας με την εισαγωγή της αρχαίας ελληνικής παιδείας έγιναν προσπάθειες και από τον χώρο της Εκκλησίας. Ο πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρης (στις αρχές του 17ου αιώνα οργάνωσε την εκπαίδευση σε νέες βάσεις.
Η ανασυγκρότηση της Πατριαρχικής Σχολής της Κωνσταντινούπολης, με την εισαγωγή της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας στα προγράμματα σπουδών, η ίδρυση τυπογραφείου, η μετάφραση της Καινής Διαθήκης σε απλούστερη γλώσσα για να γίνεται κατανοητή απ’ όλους και οι συνεχείς εγκύκλιοί του ήταν ορισμένες από τις εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες του.
Αποτέλεσμα της ως άνω ενεργοποίησης ήταν η ποσοτική και ποιοτική αύξηση των ελληνικών σχολείων. Πολλοί δάσκαλοι εισήγαγαν νέες μεθόδους διδασκαλίας και δίδαξαν τις νέες ανακαλύψεις της επιστήμης, ενώ άλλοι μετέφρασαν βιβλία στην Ελληνική με παρόμοιο περιεχόμενο.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Κωνσταντίνου Κούμα, ο οποίος μετέφρασε γαλλικά βιβλία μαθηματικών και φυσικής. Την περίοδο 1809 – 1812 δίδαξε στο φημισμένο στην εποχή του Φιλολογικό γυμνάσιο Σμύρνης, όπου παρέδιδε δημόσια μαθήματα φυσικής και χημείας με πειράματα σε πλήθος κόσμου.
Η αναβίωση Βυζαντινών παραδόσεων
Ο καθηγητής Βασίλης Κατσαρός σε μελέτη του Νεοελληνικού Διαφωτισμού παρατηρεί ότι σ’ αυτόν υπάρχουν στοιχεία “επιβίωσης” ή “αναβίωσης” του Βυζαντίου.
Αρχικά σημειώνει ότι, αντίθετα με την κοινή αντίληψη ότι η Εκκλησία αντιπροσώπευε τη συντήρηση και επέβαλε μια θρησκευτική παιδεία όπως στο Βυζάντιο, η εκπαίδευση στο Βυζάντιο ήταν θεσμός της Πολιτείας που έδινε έμφαση στους αρχαίους συγγραφείς.
Το ενδιαφέρον για τους Έλληνες κλασσικούς ήταν ένας από τους τομείς στους οποίους κατά τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό παρατηρείται μια στροφή προς το Βυζάντιο.
Δεύτερο σημείο επιβίωσης βυζαντινής παράδοσης είναι η ιστορική συνείδηση, την οποία ο Δημαράς προσδιορίζει ως “υπερηφάνεια για τους προγόνους, για το Γένος”. Αυτή η στροφή προς την αρχαιότητα δεν εμφανίστηκε στον 18ο αιώνα αλλά ήταν και προτεραιότητα του Βυζαντίου.
Τρίτο σημαντικό στοιχείο στην ιδεολογία του 18ου που είναι βυζαντινή παράδοση είναι η “Μεγάλη Ιδέα του Γένους”. Οι μελετητές θεωρούν ότι οι ρίζες της “Μεγάλης Ιδέας” βρίσκονται στη μεσσιανική, χρησμολογική ιδεολογία της βυζαντινής κοινωνίας.
Χάρτα του Ρήγα και Φιλική Εταιρεία
Στα τέλη του 18ου αιώνα ο Ρήγας Βελεστινλής συνέταξε χάρτες, έκδωσε προκηρύξεις και οργάνωσε τη μυστική επαναστατική του δράση.
Ο Ρήγας απέβλεπε στην απελευθέρωση και ενοποίηση όλων των Βαλκανικών λαών και φυσικά όλου του ελληνικού στοιχείου που ήταν διασκορπισμένο στην Ανατολή και τα ευρωπαϊκά κέντρα.
Επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, πίστεψε βαθιά στην ανάγκη της επαφής των Ελλήνων με τις νέες ιδέες του διαφωτισμού που σάρωναν την Ευρώπη και αυτό τον ώθησε στη συγγραφή ή μετάφραση βιβλίων σε δημώδη γλώσσα και τη σύνταξη της Χάρτας, ενός μνημειώδους για την εποχή του χάρτη, διαστάσεων 2,07 x 2,07 μ., που αποτελείτο από επί μέρους τμήματα.
Λίγα χρόνια αργότερα, το έργο της προετοιμασίας των υπόδουλων ανέλαβε η Φιλική Εταιρεία, που κατόρθωσε να οργανώσει τους Έλληνες προς τον στόχο της εθνικής απελευθέρωσης.
Στις πρώτες δύο δεκαετίες του 19ου αιώνα, περίοδο κορύφωσης του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, οι πνευματικές εκδηλώσεις ήταν σε μεγάλη έξαρση, εξαιτίας της εμφάνισης μεγάλων μορφών των γραμμάτων, όπως ο Αδαμάντιος Κοραής, ο Βενιαμίν Λέσβιος, ο Νεόφυτος Δούκας, ο Άνθιμος Γαζής, ο Κωνσταντίνος Κούμας, ο Δανιήλ Φιλιππίδης, ο Κωνσταντίνος Οικονόμος, ο Κωνσταντίνος Βαρδαλάχος, ο Θεόφιλος Καΐρης και άλλοι.
με πληροφορίες από Βικιπαίδεια
επιμέλεια: Θοδωρής Ασβεστόπουλος