Home

ΡΟΗ  ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΙΣΤΟΡΙΚΟ δια-ΔΙΚΤΥΟ: 1830-1899: Σφυρηλατώντας την εθνική συνείδηση

ΙΣΤΟΡΙΚΟ δια-ΔΙΚΤΥΟ: 1830-1899: Σφυρηλατώντας την εθνική συνείδηση

0 σχόλια ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Στις 14 Ιανουαρίου 1844, ο Ιωάννης Κωλέττης, με την ομιλία του στην Τρίτης Σεπτεμβρίου εν Αθήναις Εθνική Συνέλευση, αναφορικά με το θέμα των ετεροχθόνων, εγκαινίασε το γενικό και ασαφές ιδεολόγημα της Μεγάλης Ιδέας.  Εθνικός σκοπός και στρατηγική επιδίωξη ήταν η ταύτιση του έθνους, μεγάλο μέρος του οποίου ζούσε στα οθωμανικά εδάφη, με το Κράτος, μέσω της σταδιακής επέκτασης των συνόρων.

Η Μεγάλη Ιδέα, προσέφερε στο ελληνικό κράτος αφενός την πολιτειακή νομιμοποίησή του εξασφαλίζοντας την εθνική ενότητα και ομοψυχία και αφετέρου τον ορισμό του ως εθνικού κέντρου, δηλαδή ως φορέα ενότητας του ελληνισμού εντός και εκτός της ελληνικής επικράτειας.  Στο πλαίσιο αυτό, και με την αρωγή του Εθνικού Πανεπιστημίου,  σχεδιάστηκαν και εφαρμόστηκαν  πολιτικές μεταλαμπάδευσης της ιδεολογίας του αλυτρωτισμού και της κοινής πολιτιστικής κληρονομίας στους ελληνικούς πληθυσμούς της οθωμανικής αυτοκρατορίας.  Απόρροια, της πολιτικής αυτής,  ήταν η δημιουργία ενωτικών κινημάτων στα αλύτρωτα εδάφη και η εκ των πραγμάτων ανάπτυξη  αιτημάτων αυτοδιάθεσης, αλλά και εξεγέρσεων. Το ελληνικό κράτος υπήρξε αρωγός στα όποια επαναστατικά κινήματα, όπως οι επανειλημμένες επαναστάσεις στην Κρήτη.

Η ιδέα του αλυτρωτισμού ήταν τόσο ισχυρή στην ελληνική κοινωνία της εποχής, ώστε εμφανίστηκαν ως νεολογισμοί οι όροι «ανθέλληνες» και «ανθελληνικός» για όποιον διαφωνούσε. Η ανάδειξη του αλυτρωτισμού ως κυρίαρχου εθνικού λόγου συνδέεται και με  το ανερχόμενο ρεύμα του  ρομαντικού εθνικισμού, ο οποίος μεταμόρφωσε την εθνική ιδεολογία και ταυτότητα.

Έως τις αρχές του 1850, η επίσημη εθνική ιστοριογραφία βασιζόμενη στην κοραϊκή πρόσληψη της ιστορικής γενεαλογίας των Ελλήνων, πρόκρινε την απευθείας σύνδεση των Ελλήνων με το αρχαίο τους παρελθόν, ενώ απέρριπτε ή αντιμετώπιζε με διστακτικότητα την ένταξη του Βυζαντίου στην ιστορία του έθνους.   Σταδιακά, οι εθνικοί ιστοριογράφοι υπό την επήρεια της ρομαντικής ιστοριογραφίας αποκατέστησαν το Βυζάντιο στην εθνική συνείδηση, θεωρώντας το έθνος ως «ηθικό όν», ενιαίο και αδιαίρετο, το οποίο εκπληρώνει στον ιστορικό χρόνο πολλές ιστορικές «εντολές».

Η συνεισφορά του έθνους στον ανθρώπινο πολιτισμό είναι ευθέως ανάλογη με τον αριθμό των «εντολών» του, γεγονός που του εξασφαλίζει και μεγαλύτερα και ιστορικά δικαιώματα.  Συνεπώς, η συμβολή του Βυζαντίου στη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας αποκαθίσταται σταδιακά, ως απόδειξη της αδιάλειπτης ιστορικής συνέχειας του ελληνισμού, αλλά και της ικανότητάς του να κυριαρχήσει στην Ανατολή.

Η τάση αυτή πρωτοεμφανίζεται στην εισαγωγή με τίτλο «Περί Μεσαιωνικού Ελληνισμού», στο έργο του Σπυρίδωνα Ζαμπέλιου  «Άσματα δημοτικά της Ελλάδος» το 1852, όπου εμφανίζεται η τριμερής διάκριση της  ελληνικής ιστορίας σε Αρχαιότητα, Βυζαντινή και Νεότερους Χρόνους.  Επιπλέον, εισάγεται ο όρος «ελληνοχριστιανικός», συνδυάζοντας την αρχαιοελληνική κληρονομία του Διαφωτισμού με την Βυζαντινή αυτοκρατορία και τη χριστιανική της παράδοση. Δηλωτικό της σύνθεσης αυτής είναι ότι, πλέον, οι λέξεις «Έλληνες», «Γραικοί», και «Ρωμηοί», αποτέλεσαν συνώνυμους όρους.  Αυτός ο ιδεολογικός συγκερασμός, προϊόν του ρομαντικού εθνικισμού, αποτέλεσε και αποτελεί έως σήμερα τον πυρήνα της νεοελληνικής συνείδησης.

Οδεύοντας προς το τέλος του 19ου αιώνα, η εθνική ταυτότητα, η συνείδηση δηλαδή του συνανήκειν, εκφράζεται με επιπλέον συστατικά.  Αποκτά πολιτικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά, που εκφράζονται μέσα από την κατοχύρωση των συνταγματικών δικαιωμάτων του πολίτη, το 1864 και από την αρχή του κοινοβουλευτισμού το 1875. Την ίδια περίοδο αναπτύσσεται και ο πανσλαβισμός, ανακατατάσσοντας την προτεραιότητα των εθνικών κινδύνων.  Οι υπόλοιποι βαλκανικοί λαοί διεκδικώντας την εθνικής τους ανεξαρτησία, όριζαν την δική τους εθνική υπόσταση, δηλαδή τη δική τους πολιτισμική και γλωσσική παράδοση.   Συνεπώς, πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ  των Ελλήνων και των ομόδοξων Σλάβων, πέρα των ίδιων οθωμανικών εδαφών,  ήταν και η κατάκτηση των συνειδήσεων των πληθυσμών που ζούσαν σε αυτά .

Ωστόσο, τα κυριαρχικά δικαιώματα των Ελλήνων στα υπό διεκδίκηση εδάφη είχαν ήδη θεμελιωθεί στη νεοελληνική συνείδηση.  Η πολιτική νομιμότητα των ελληνικών διεκδικήσεων αντλούνταν από την ιστορική συνέχεια του ελληνισμού στον χώρο και στον χρόνο, όπως αυτή είχε καθιερώθηκε στο έργο του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, με την ενσωμάτωση της βυζαντινής Ιστορίας. Κυρίως, όμως, με το έργο του ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, προσέφερε μια νέα εθνική ταυτότητα, την «ελληνοχριστιανική», εξασφαλίζοντας την ιστορική και συνειδησιακή ενότητα του ελληνισμού και επιτρέποντάς του να ισχυροποιήσει το πολιτικό του μέλλον.

Η ήττα στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 ανέδειξε με ενάργεια την αντίφαση ανάμεσα στο συλλογικό φαντασιακό των αλύτρωτων πατρίδων και των πραγματικών δυνατοτήτων του ελληνικού κράτους.  Η ελληνική κοινωνία, στο μεγαλύτερο μέρος της, θεώρησε ως υπαίτιο για την ήττα το κοινοβουλευτικό σύστημα, συνεπώς παρουσιάζονται τα πρώτα ψήγματα αμφισβήτησής του.  Οι εκσυγχρονιστικές τάσεις που είχαν συνδεθεί τόσο με το πολίτευμα όσο και με τον εξευρωπαϊσμό θεωρήθηκαν επικίνδυνες για την εθνική ενότητα, με αποτέλεσμα την αναβίωση του αντιδυτικισμού, ο οποίος είχε συνδεθεί με τη νεωτερικότητα.  Παράλληλα, ο ανερχόμενος σοσιαλιστικός διεθνισμός ενίσχυσε την επιφυλακτικότητα της ελληνικής κοινωνίας και τον εθνικισμό, ο οποίος θα κορυφωθεί τον 20ο  αιώνα, στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης μεταξύ της πίεσης για εκσυγχρονισμό και των πατροπαράδοτων τρόπων ζωής.

Άννα Φραντζή-Ιστορικός

Μαρουσώ Τσιριγωτάκη-Ιστορικός

Φωτογραφία: Αίθουσα συνεδριάσεων της Παλαιάς Βουλής, με τον Χ. Τρικούπη στο βήμα. Ελαιογραφία του Ν. Ορλώφ, Αθήνα, 1930.

ΠΗΓΕΣ

Το κείμενο στηρίχθηκε στις  παρακάτω δημοσιευμένες μελέτες:

  • Καραφουλίδου Β. (2018). «…της μεγάλης ταύτης ιδέας…». Όψεις της εθνικής ιδεολογίας 1770-1854. Αθήνα: Πόλις •Κιτρομηλίδης Π. (1998). «Ιδεολογικά ρεύματα και πολιτικά αιτήματα: προοπτικές από τον 19ο αιώνα»., στο: Δ.Γ. Τσαούσης (επιμ.), Όψεις της ελληνικής κοινωνίας του 19ου αιώνα. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» (2η έκδοση) • Κιτρομηλίδης Π. (1981). «Το ελληνικό κράτος ως εθνικό κέντρο», Σύγχρονα Θέματα, τχ. 13  • Κουμπουρλής Γ. (2005). «Η ιδέα της ιστορικής συνέχειας του ελληνικού έθνους στους εκπροσώπους του ελληνικού Διαφωτισμού: η διαμάχη για το όνομα του έθνους και οι απόψεις για τους αρχαίους Μακεδόνες και τους Βυζαντινούς», δοκιμές, Επιθεώρηση Κοινωνικών Σπουδών, (Νο 13-14) • Σταυρίδη – Πατρικίου, Ρ. (2003). «Ιδεολογικές διαδρομές. Πολιτική γλώσσα και κοινωνία 1871-1909», στο: Παναγιωτόπουλος Β. (επιμ.), Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, τόμ. 5 (Τα χρόνια της σταθερότητας 1871-1909. Η οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη του Ελληνισμού). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα (ΔΟΛ)

 

Σχετικά Αρθρα

Ετικέτες:, ,